Το WordReference δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφράσει αυτή τη φράση, μπορείτε όμως να κάνετε κλικ σε κάθε λέξη για να δείτε τη σημασία της:

edge down


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο edge παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: down

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
edge n (limit, border, extremity) (όριο)άκρη ουσ θηλ
  (μεταφορικά)χείλος ουσ ουδ
 The glass was set on the edge of the table.
 Το ποτήρι ήταν τοποθετημένο στην άκρη του τραπεζιού.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Το αυτοκίνητο ήταν σταματημένο στο χείλος του γκρεμού.
edge n (competitive advantage) (ευνοϊκότερη θέση)πλεονέκτημα ουσ ουδ
  αβαντάζ ουσ ουδ άκλ
 The home team had an edge over its opponents because it was taller.
 Οι γηπεδούχοι είχαν πλεονέκτημα συγκριτικά με τους αντιπάλους τους, επειδή ήταν ψηλότεροι.
 Οι γηπεδούχοι είχαν το αβαντάζ συγκριτικά με τους αντιπάλους τους, επειδή ήταν ψηλότεροι.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
edge n (narrow side)μύτη ουσ θηλ
 Hit it with the edge of the tool, not the wide side.
 Χτύπησέ το με τη μύτη του εργαλείου, όχι με την πλατιά πλευρά.
edge n (sharpness of a blade)μύτη ουσ θηλ
 The knife had a fine edge that could cut anything.
 Το μαχαίρι είχε μια λεπτή μύτη που μπορούσε να κόψει οτιδήποτε.
edge n (sharpness of mind)εξυπνάδα ουσ θηλ
  (επίσημο)ευφυΐα ουσ θηλ
 The boy has a real edge that helps him in class.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Η εξυπνάδα του, τον έκανε τον καλύτερο μαθητή του σχολείου.
edge n (blade)λεπίδα ουσ θηλ
 The edge of the knife was ten centimetres long.
 Η λεπίδα του μαχαιριού είχε μήκος δέκα εκατοστά.
edge n (ridge of a hill)παρυφή ουσ θηλ
  (κατά λέξη)παρυφή του λόφου περίφρ
 There is a path along the edge up there.
 Υπάρχει ένα μονοπάτι εκεί πέρα, στις παρυφές του λόφου.
edge vi (move gradually)κινούμαι σταδιακά ρ αμ + επίρ
  κινούμαι σιγά σιγά ρ αμ + επίρ
 Mark wanted to sit closer to Julie, so he edged toward her.
 Ο Μαρκ ήθελε να καθίσει δίπλα στην Τζούλι. Γι' αυτό κινήθηκε σταδιακά προς το μέρος της.
 Ο Μαρκ ήθελε να καθίσει δίπλα στην Τζούλι. Γι' αυτό κινήθηκε σιγά σιγά προς το μέρος της.
edge [sth] vtr (apply an edge to)κάνω κτ μυτερό περίφρ
  δημιουργώ μύτη σε κτ περίφρ
 Edge the board so it will fit the open space tightly.
 Κάνε μυτερή τη σανίδα για να εφαρμόζει σφιχτά στο άνοιγμα.
edge [sth] vtr (trim)κόβω τις άκρες περίφρ
  παίρνω τις άκρες περίφρ
 I have mown the lawn, now I need to edge it.
edge [sth] vtr (sharpen)ακονίζω ρ μ
 The cook edged her knife before cutting the meat.
 Η μαγείρισσα ακόνισε το μαχαίρι της πριν κόψει το κρέας.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
ΑγγλικάΕλληνικά
edge away from [sb/sth] vtr phrasal insep (distance yourself)απομακρύνομαι από κπ/κτ περίφρ
 I tried to edge away from the drunk man on the bus.
edge out [sb] vtr phrasal insep (sports: defeat)νικάω, κερδίζω ρ μ
  υπερισχύω ρ αμ
  (κατά λέξη)υπερισχύω με μικρή διαφορά περίφρ
 -
edge [sb] out,
edge [sth] out,
edge out [sb],
edge out [sth]
vtr phrasal sep
(displace, remove)παραγκωνίζω ρ μ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
at the cutting edge adv figurative (at the forefront) (μεταφορικά)στην πρώτη γραμμή περίφρ
  πρωτοπόρος ουσ αρσ
at the cutting edge of [sth],
on the cutting edge of [sth]
adv
figurative (at the forefront of [sth](μεταφορικά)στην αιχμή περίφρ
  πρωτοπόρος σε κτ, ηγέτης σε κτ ουσ αρσ + πρόθ
 In 1440 Gutenberg's printing press was at the cutting edge of technology.
at the water's edge adv (on the bank or shore) (θάλασσα)εκεί που σκάει το κύμα έκφρ
  στην ακρογιαλιά, στην ακροθαλασσιά περίφρ
  (ποτάμι, λίμνη)στην όχθη περίφρ
  (αρχαϊκός τύπος: θάλασσα)παρά θιν' αλός περίφρ
 We strolled at the water's edge, picking up shells.
beveled edge (US),
bevelled edge (UK)
n
(border cut at a slant)φαλτσογωνία ουσ θηλ
 My desk has a bevelled edge.
the bleeding edge n figurative (forefront) (μεταφορικά)η τελευταία λέξη έκφρ
Σχόλιο: A hyphen is used when the term is an adjective
bleeding-edge n as adj figurative (at the forefront)πρωτοποριακός επίθ
  πιο εξελιγμένος περίφρ
  (μεταφορικά)τελευταίος επίθ
cliff edge n (edge of a cliff)άκρη/χείλος γκρεμού έκφρ
 Despite fencing and warning signs posted all along the cliff edge, at least one person a year ignores the danger and falls to his death.
competitive edge n (business: superiority)ανταγωνιστικό πλεονέκτημα επίθ + ουσ ουδ
Σχόλιο: δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία
cutting edge,
cutting-edge
n as adj
figurative (advanced)που είναι η τελευταία λέξη του περίφρ
  (για προϊόν τεχνολογίας)που είναι τεχνολογίας αιχμής περίφρ
  προηγμένος, εξελιγμένος επίθ
  (πιο γενικά: πιο καινούριος)τελευταίος επίθ
Σχόλιο: A hyphen is used when the adjective precedes the noun
 This cutting-edge hydrogen motor will revolutionize the auto industry.
 Αυτός ο προηγμένος κινητήρας υδρογόνου θα φέρει την επανάσταση στην αυτοκινητοβιομηχανία.
cutting edge of [sth] n (forefront of [sth](μτφ, καθομ: με γενική)η τελευταία λέξη έκφρ
  (μεταφορικά: με γενική)κτ που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή έκφρ
 Cosmology is the cutting edge of modern science.
 Η κοσμολογία είναι η τελευταία λέξη της σύγχρονη επιστήμης.
 Η κοσμολογία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της σύγχρονη επιστήμης.
edge your way v expr (go slowly)προχωράω αργά ρ αμ + επίρ
 The climber edged his way along the narrow ledge in the cliff face.
fore-edge n (book: opening edge)εμπρόσθια ακμή, εμπρόσθια άκρη επίθ + ουσ θηλ
have an edge v expr figurative (be better)έχω πλεονέκτημα ρ έκφρ
 He always uses superior materials in order to have an edge on the competition.
have an edge on v expr slang (be mildly drunk) (καθομιλουμένη)έχω κάνει κεφάλι έκφρ
  (αργκό)είμαι κόκαλο, είμαι ντίρλα, είμαι φέσι έκφρ
knife edge,
knife-edge,
knife's edge
n
(blade) (κυριολεκτικά)κόψη του μαχαιριού έκφρ
 The knife edge was sharp and cut through the thick vegetables with ease.
knife's edge,
knife edge
n
(blade)λάμα του μαχαιριού περίφρ
 A knife's edge is generally very sharp.
leading edge n figurative (forefront of a trend) (μεταφορικά)τελευταία λέξη φρ ως ουσ θηλ
 Mainframe computers used to be the leading edge of technology.
leading edge n (plane: front of wing) (αεροναυπηγική)χείλος προσβολής έκφρ
 The jet lost a 2.4 metre long section of the tail wing's leading edge after takeoff.
 Μετά την απογείωση, το τζετ έχασε τμήμα μήκους 2,4 μέτρων από το χείλος πρόσβασης του ουραίου πτερυγίου.
leading-edge n as adj figurative (at the forefront: of a trend) (μεταφορικά)τελευταία λέξη φρ ως ουσ θηλ
 Virtual reality is a leading-edge technology.
live on the edge v expr informal, figurative (take risks) (μεταφορικά)ζω στα άκρα έκφρ
 Louise likes to take risks and live on the edge.
on a cliff edge adv figurative (in danger) (μεταφορικά)στο χείλος του γκρεμού εκφρ
  σε κίνδυνο πρόθ + ουσ αρσ
on a knife-edge adv figurative (in precarious state)μετέωρος, επισφαλής επίθ
on edge adv (into a tense, anxious state) (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.)-
 That strange sound set me on edge.
 Ο παράξενος ήχος με ανησύχησε.
on edge adj (tense, anxious) (μεταφορικά: αγωνία)σε αναμμένα κάρβουνα έκφρ
  (αργκό)στην τσίτα έκφρ
 She was on edge, waiting for her exam results.
 Καθόταν σε αναμμένα κάρβουνα περιμένοντας τα αποτελέσματα των εξετάσεών της.
on the brink of the abyss,
on the edge of the abyss
expr
figurative (on the verge of disaster)στα πρόθυρα της καταστροφής έκφρ
  (μεταφορικά)στο χείλος του γκρεμού, στην κόψη του ξυραφιού, στην αιχμή του δόρατος έκφρ
on the edge adv (at the rim)στην άκρη φρ ως επίρ
 Peter was worried that the cup might fall, for it stood on the edge of the table.
on the edge adv figurative (at the forefront) (μεταφορικά)στο προσκήνιο επίρ
 3D technology is on the edge of movie-making techniques.
on the edge of expr figurative (on the verge of) (με γενική)στο όριο, στα πρόθυρα περίφρ
 Alpine skiers are always on the edge of losing control.
on the edge of your seat expr (excited, enthralled)σε αναμμένα κάρβουνα έκφρ
push [sb] over the edge v expr figurative (cause [sb] to lose self-control) (μεταφορικά)φέρνω κπ στα άκρα, ωθώ κπ στα άκρα έκφρ
 Hunger pushed the little girl over the edge and she stole a loaf of bread from the bakery.
ragged edge n figurative (precarious situation)επικίνδυνη κατάσταση ουσ θηλ
Σχόλιο: δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία
set [sb]'s teeth on edge v expr figurative (cause discomfort)κάνω κπ να νιώσει άβολα έκφρ
  ενοχλώ ρ μ
take the edge off [sth] v expr (feeling: make less intense)απαλύνω ρ μ
take the edge off [sth] v expr (performance: make less outstanding)κάνω κτ λιγότερο ξεχωριστό έκφρ
  υποβαθμίζω ρ μ
trailing edge n (rear edge of [sth] moving)το πίσω μέρος, το πίσω άκρο περίφρ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία. Η απόδοση διαφέρει ανάλογα με τα συμφραζόμενα.
 We're on the trailing edge of some really bad weather.
 You can spot a turkey vulture in flight by the silver trailing edge of his wings.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση edge down στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «edge down».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!